Δείκτης μάζας σώματος: κατά πόσο είναι αξιόπιστος;

diet-1135819_640

Τι είναι ο Δείκτης Μάζας Σώματος?
Ο όρος Δείκτης Μάζας Σώματος αναπτύχθηκε από τον Adolphe Quetelet κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, βασιζόμενοι κυρίως στα δεδομένα και την έκθεση από τη μελέτη των Επτά Χωρών, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι ο ΔΜΣ φάνηκε να αποτελούσε μια καλή ένδειξη για την παχυσαρκία και το υπερβολικό βάρος συνδεόταν με διάφορα προβλήματα υγεία. Ορίζεται ως το βάρος ενός ατόμου σε κιλά διαιρούμενο με το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα.
ΔΜΣ = Βάρος (Kg)  /  Ύψος2 (m)

Παράδειγμα: Για ένα άτομο 70Kg με ύψος 1,75m έχει
ΔΜΣ = 70Kg / (1,75m) = 22,85Kg / m, όπου σύμφωνα με το παρακάτω πίνακα το άτομο αυτό κατατάσσεται στη κατηγορία του φυσιολογικού, δηλαδή για το ύψος του το βάρος του είναι σε φυσιολογικά επίπεδα.

Πώς χρησιμοποιείται ο Δείκτης Μάζας Σώματος?
Ο ΔΜΣ αποτελεί μια εύκολη μέθοδο κατηγοριοποίησης του ατόμου βάση του βάρους του σε λιποβαρή, φυσιολογικό ή υγιές βάρος, υπέρβαρο, παχύσαρκο 1ουβαθμού, παχύσαρκο 2ου βαθμού και νοσηρά παχύσαρκο.

ΤαξινόμησηΔΜΣ (kg/m2)Κίνδυνος συνοσηρότητας*
Λιποβαρής< 18,5Χαμηλός (αλλά ο κίνδυνος από άλλα κλινικά προβλήματα αυξημένος)
Σοβαρά λιποβαρής< 16
Μέτρια λιποβαρής16 – 16,99
Ελαφρώς λιποβαρής17 – 18, 49
Φυσιολογικός18,50 – 24,99Χαμηλός
Υπέρβαρος25 – 29,99Μέτριος
Παχυσαρκία 1ουβαθμού30 – 34,9Αυξημένος
Παχυσαρκία 2ουβαθμού35 – 39,9Πολύ αυξημένος
Παχυσαρκία 3ουβαθμού³ 40Πάρα πολύ αυξημένος
Υπερνοσογόνος παχυσαρκία³ 60Υπερβολικά αυξημένος

*Συνοσυρότητα είναι η συνύπαρξη στο άτομο δύο ή περισσότερων προβλημάτων υγείας όπως υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτης και καρδιαγγειακά.

Αποτελεί έναν αξιόπιστο δείκτη για το σωματικό λίπος?
Με μια πρώτη ματιά ο ΔΜΣ μας δίνει μια εκτίμηση  για τη διατροφική κατάσταση του ατόμου, υποδεικνύοντας υπερθρεψία ή υποθρεψία αυτού. Παρόλα αυτά από μόνος του ο δείκτης αυτός δεν αποτελεί διαγνωστικό εργαλείο για την υγεία του ατόμου διότι λαμβάνει υπόψη μόνο τη σχέση βάρους προς ύψος και δεν συμπεριλαμβάνει τις εξής διαφοροποιήσεις:
  • την ηλικία του κάθε ατόμου (με την αύξηση της ηλικίας λόγω αλλαγής σύστασης του σώματος αποθηκεύεται περισσότερο λίπος)
  • το φύλο (οι γυναίκες τείνουν να έχουν περισσότερο σωματικό λίπος)
  • το διαχωρισμό ανάμεσα σε μυϊκή και λιπώδη μάζα.

Συνεπώς, ο ΔΜΣ δεν εφαρμόζεται σε εγκύους (λόγω κύησης) και σε αθλητές (το υπερβάλλον βάρος οφείλεται στη μυϊκή μάζα και όχι στο λίπος).
Για να προσδιοριστεί αν ένας υψηλός ΔΜΣ αποτελεί κίνδυνο για την υγεία του ατόμου θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και άλλες μεθόδους εκτίμησης / αξιολόγησης όπως δερματοπτυχομετρήσεις, περίμετρος μέσης (WC), διατροφική αξιολόγηση, σωματική δραστηριότητα, οικογενειακό ιστορικό και διάφορα άλλα κατάλληλα εργαλεία για τον προσδιορισμό της υγείας του ατόμου.

Ο ΔΜΣ χρησιμοποιείται για τα παιδιά και τους έφηβους?
Ο δείκτης αυτός υπολογίζεται σε παιδιά και εφήβους όπως ακριβώς και για τους ενήλικες όμως διαφέρει η αξιολόγησή του, καθώς υπολογίζεται σε z-score ή εκατοστημόρια.

Ποιες είναι οι συνέπειες της παχυσαρκίας για την υγεία?
  • Όλες οι αιτίες θανάτου (θνησιμότητα)
  • Υψηλή αρτηριακή πίεση
  • Υψηλή LDL χοληστερόλη, χαμηλή χοληστερόλη HDL, ή υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων (δυσλιπιδαιμία)
  • Διαβήτης τύπου 2
  • Στεφανιαία νόσος
  • Οστεοαρθρίτιδα
  • Άπνοια ύπνου
  • Χρόνια φλεγμονή και αυξημένο οξειδωτικό stress
  • Μερικοί καρκίνοι (ενδομητρίου, του μαστού, του παχέος εντέρου, του νεφρού, της χοληδόχου κύστης, και του ήπατος)
  • Χαμηλή ποιότητα ζωής
  • Διάφορες ψυχικές ασθένειες (κλινική κατάθλιψη, άγχος, ψυχικές διαταραχές)
  • Δυσκολία στη κίνηση – σωματική δραστηριότητα.
Βιβλιογραφία:
Australian and New Zealand Society for Geriatric Medicine. (2011). Position Statement No 19, Obesity and the older person.
WHO, 1995, WHO, 2000 and WHO 2004.
Garrow, J.S. & Webster, J., 1985. Quetelet’s index (W/H2) as a measure of fatness. Int. J. Obes., 9(2), pp.147–153.
Freedman, D.S., Horlick, M. & Berenson, G.S., 2013. A comparison of the Slaughter skinfold-thickness equations and BMI in predicting body fatness and cardiovascular disease risk factor levels in children. Am. J. Clin. Nutr., 98(6), pp.1417–24.
Wohlfahrt-Veje, C. et al., 2014. Body fat throughout childhood in 2647 healthy Danish children: agreement of BMI, waist circumference, skinfolds with dual X-ray absorptiometry. Eur. J. Clin. Nutr., 68(6), pp.664–70.
Kuczmarski, R.J. et al., 2002. 2000 CDC Growth Charts for the United States: methods and development. Vital Health Stat. 11., 11(246), pp.1–190.
Flegal, K.M. & Graubard, B.I., 2009. Estimates of excess deaths associated with body mass index and other anthropometric variables. Am. J. Clin. Nutr., 89(4), pp.1213–1219.
Wagner, D.R. & Heyward, V.H., 2000. Measures of body composition in blacks and whites: a comparative review. Am. J. Clin. Nutr., 71(6), pp.1392–1402.
Flegal, K.M. et al., 2010. High adiposity and high body mass index-for-age in US children and adolescents overall and by race-ethnic group. Am. J. Clin. Nutr., 91(4), pp.1020–6.
Bray, G.A. et al., 2001. Evaluation of body fat in fatter and leaner 10-y-old African American and white children: the Baton Rouge Children’s Study. Am. J. Clin. Nutr., 73(4), pp.687–702.
Kasen, Stephanie, et al. «Obesity and psychopathology in women: a three decade prospective study.» International Journal of Obesity 32.3 (2008): 558-566.
Luppino, Floriana S., et al. «Overweight, obesity, and depression: a systematic review and meta-analysis of longitudinal studies.» Archives of general psychiatry 67.3 (2010): 220-229.

Σχόλια